Και αιφνίδια, ανακαλύψαμε την διαφθορά.
Λες και μας ήταν κάτι το άγνωστο, ενώ πρόκειται για κατάσταση
αλληλένδετη με την δημόσια διοίκηση. Το πρόβλημα απασχόλησε κατά την
αρχαιότητα τους πλέον επιφανείς Έλληνες (Αριστοτέλη, Θουκυδίδη,
Πλούταρχο κ.ά.) οι οποίοι -πλην των διαπιστώσεων- προτείνουν και
θεραπείες της ασθένειας.
Θα σταθώ μόνον σε μία εκδοχή, που σήμερα υποστηρίζεται από πολλούς, κι εχθές μάλιστα την εξέφρασε και ο «πολύς» κ. Μπερλουσκόνι:... «Προκειμένου να αποφύγουμε τα σκάνδαλα, χρειάζεται να τοποθετήσουμε ανθρώπους που έχουν τα δικά τους χρήματα στο ψηφοδέλτιο», σημείωσε, εννοώντας φυσικά τον εαυτό του.
Πολλές φορές έχει εκφρασθεί η άποψη, να ψηφισθούν «χορτάτοι», επειδή οι «νηστικοί» θα έχουν όρεξη για γεύμα.
Δεν στερείται βέβαια σημασίας η άποψη, ότι η συμμετοχή εύπορων ανθρώπων στον πολιτικό στίβο θα μπορούσε να λειτουργήσει ως αντίδοτο στη διαφθορά. Το σημείωσε και ο Αριστοτέλης, το αναφέρει δε σε μελέτη του ο σύγχρονος λόγιος καθηγητής Γιώργος Κοντογιώργης, που κατ’ αυτόν το πρόβλημα εστιάζεται, όχι στην προσωπική συνείδηση ή αυτοδέσμευση του φορέα της πολιτικής λειτουργίας, αλλά στη δυνατότητα της ύπαρξης ή μη ενός συμπαγούς κανονιστικού περιβάλλοντος της ηθικής συμπεριφοράς και, κατ’ επέκταση, στις δικλείδες ασφαλείας του συστήματος.
Σε όλα αυτά τα σπουδαία, να μου επιτραπεί να σημειώσω, πως πράγματι η ανέχεια μπορεί να οδηγήσει κάποιον στη διαφθορά, αλλά η επιθυμία για πλουτισμό δεν ενυπάρχει μόνον στον φτωχό, αλλά και υπό μορφή απληστίας και στον πλούσιο. Χαρακτηριστικά αναφέρει ο Δημόκριτος: «Η επιθυμία για χρήματα, αν δεν περιοριστεί από την ικανοποίησή της, είναι πολύ χειρότερη από την εσχάτη φτώχεια, γιατί οι μεγαλύτερες επιθυμίες δημιουργούν μεγαλύτερες ανάγκες». Είναι αυτό που και ο Σόλων έλεγε, πως πλούσιος δεν είναι αυτός που έχει πολλά χρήματα, αλλά αυτός που έχει λίγες ανάγκες.
Και οι λίγες ανάγκες μπορούν να προκύψουν από ένα «συμπαγές κανονιστικό περιβάλλον της ηθικής συμπεριφοράς», όπως υποστηρίζει ο κ. Γ. Κοντογιώργης, μόνο που το τοποθετεί αποκλειστικά στην αίρεση του συστήματος να θέσει δικλείδες ασφαλείας.
Συμφωνώ με τον κ. καθηγητή, θα μου επιτρέψει όμως να προσθέσω πως δεν είναι μόνον το κρατικό σύστημα που υιοθετεί δικλείδες, αλλά και η ίδια η κοινωνία θα έπρεπε να οδεύει με ένα ηθικό αξιακό σύστημα. Κάποτε το επέβαλε η Εκκλησία, με τους κανόνες που δέχονταν οι πιστοί για τον φόβο της Κόλασης. Αλλά δεν είναι μόνον ο φόβος της τιμωρίας που καθιστά έντιμο κάποιον. Στον πίνακα ιεράρχησης των αξιών των αρχαιοελλήνων, ήταν σε υψηλές θέσεις η αξιοπρέπεια, η τιμή, το ήθος, δηλαδή η «αρετή», η οποία -κατ’ Αριστοτέλη- είναι το μέσον για την ευδαιμονία.
Εξέλειπαν αυτές οι αξίες. Και εξέλειπαν διότι απουσιάζουν οι ηγέτες -σε όλες της εκφάνσεις της εξουσίας, ιδία της πνευματικής- οι οποίοι με το παράδειγμά τους θα ανοίξουν τον δρόμο για να ακολουθήσουμε και οι υπόλοιποι. Εδώ είναι το πρόβλημά μας. Βαδίζουμε στον δρόμο που μας άνοιξαν και που είναι βατός και εύκολος. Μπροστά αυτοί, πίσω εμείς.
Εχθές στην Θεσσαλονίκη, εκτός από τις συνηθισμένες κλοπές, ληστείες κ.ά. με τα οποία δεν ασχολούμαστε πλέον γιατί αποτελούν την καθημερινότητά μας, είχαμε τις ανακρίσεις του κυκλώματος ναρκωτικών (με αστυνομικούς να ζητωκραυγάζουν τους κατηγορουμένους συναδέλφους τους, πριν αποφανθεί ακόμη η δικαιοσύνη για την αθωότητά τους), είχαμε ανακρίσεις για το κύκλωμα της τοκογλυφίας, είχαμε παραπομπή αντιπρύτανη στη δικαιοσύνη. Όλα αυτά σε μία συνήθη ημέρα.
Και ταυτόχρονα, έχουμε και αναρτημένο στο γραφείο μας τον Δείκτη Αντίληψης για τη Διαφθορά (Corruption Perceptions Index), ο οποίος κατατάσσει τα κράτη του κόσμου σύμφωνα «με το βαθμό στον οποίο η διαφθορά θεωρείται ότι υπάρχει μεταξύ των κρατικών αξιωματούχων και των πολιτικών» (η πολιτική διαφθορά ορίζεται ως «κατάχρηση δημοσίου αξιώματος προς ίδιον όφελος»).
Και όπου η Ελλάδα βρίσκεται σε απελπιστικά χαμηλή θέση, ισοβαθμώντας με την Κολομβία, το Ελ Σαλβαδόρ, το Μαρόκο, το Περού και την Ταϊλάνδη. Το δε BBC, αφού μας οικτίρει, χαρακτηρίζει τη φοροδιαφυγή ως το μεγαλύτερο πρόβλημα της χώρας. Η δε εφημερίδα του Βερολίνου Die Welt αναφέρεται στην υπόθεση που ανέκυψε στους κόλπους του Ε.Ο.Τ. (σημειώνοντας ενδεικτικά ότι ο Ε.Ο.Τ. είναι «ο εγγυητής της τελευταίας πηγής εσόδων της απελπισμένης ελληνικής οικονομίας»), και υπάρχει κι εκεί διαφθορά.
Ως επιμύθιο, θα αναφερθώ στον τίτλο ενός παλαιότερου τίτλου: «Πώς θα σωθούμε, αφού δεν θέλουμε;».
Ο Μακεδών/voria.gr
Θα σταθώ μόνον σε μία εκδοχή, που σήμερα υποστηρίζεται από πολλούς, κι εχθές μάλιστα την εξέφρασε και ο «πολύς» κ. Μπερλουσκόνι:... «Προκειμένου να αποφύγουμε τα σκάνδαλα, χρειάζεται να τοποθετήσουμε ανθρώπους που έχουν τα δικά τους χρήματα στο ψηφοδέλτιο», σημείωσε, εννοώντας φυσικά τον εαυτό του.
Πολλές φορές έχει εκφρασθεί η άποψη, να ψηφισθούν «χορτάτοι», επειδή οι «νηστικοί» θα έχουν όρεξη για γεύμα.
Δεν στερείται βέβαια σημασίας η άποψη, ότι η συμμετοχή εύπορων ανθρώπων στον πολιτικό στίβο θα μπορούσε να λειτουργήσει ως αντίδοτο στη διαφθορά. Το σημείωσε και ο Αριστοτέλης, το αναφέρει δε σε μελέτη του ο σύγχρονος λόγιος καθηγητής Γιώργος Κοντογιώργης, που κατ’ αυτόν το πρόβλημα εστιάζεται, όχι στην προσωπική συνείδηση ή αυτοδέσμευση του φορέα της πολιτικής λειτουργίας, αλλά στη δυνατότητα της ύπαρξης ή μη ενός συμπαγούς κανονιστικού περιβάλλοντος της ηθικής συμπεριφοράς και, κατ’ επέκταση, στις δικλείδες ασφαλείας του συστήματος.
Σε όλα αυτά τα σπουδαία, να μου επιτραπεί να σημειώσω, πως πράγματι η ανέχεια μπορεί να οδηγήσει κάποιον στη διαφθορά, αλλά η επιθυμία για πλουτισμό δεν ενυπάρχει μόνον στον φτωχό, αλλά και υπό μορφή απληστίας και στον πλούσιο. Χαρακτηριστικά αναφέρει ο Δημόκριτος: «Η επιθυμία για χρήματα, αν δεν περιοριστεί από την ικανοποίησή της, είναι πολύ χειρότερη από την εσχάτη φτώχεια, γιατί οι μεγαλύτερες επιθυμίες δημιουργούν μεγαλύτερες ανάγκες». Είναι αυτό που και ο Σόλων έλεγε, πως πλούσιος δεν είναι αυτός που έχει πολλά χρήματα, αλλά αυτός που έχει λίγες ανάγκες.
Και οι λίγες ανάγκες μπορούν να προκύψουν από ένα «συμπαγές κανονιστικό περιβάλλον της ηθικής συμπεριφοράς», όπως υποστηρίζει ο κ. Γ. Κοντογιώργης, μόνο που το τοποθετεί αποκλειστικά στην αίρεση του συστήματος να θέσει δικλείδες ασφαλείας.
Συμφωνώ με τον κ. καθηγητή, θα μου επιτρέψει όμως να προσθέσω πως δεν είναι μόνον το κρατικό σύστημα που υιοθετεί δικλείδες, αλλά και η ίδια η κοινωνία θα έπρεπε να οδεύει με ένα ηθικό αξιακό σύστημα. Κάποτε το επέβαλε η Εκκλησία, με τους κανόνες που δέχονταν οι πιστοί για τον φόβο της Κόλασης. Αλλά δεν είναι μόνον ο φόβος της τιμωρίας που καθιστά έντιμο κάποιον. Στον πίνακα ιεράρχησης των αξιών των αρχαιοελλήνων, ήταν σε υψηλές θέσεις η αξιοπρέπεια, η τιμή, το ήθος, δηλαδή η «αρετή», η οποία -κατ’ Αριστοτέλη- είναι το μέσον για την ευδαιμονία.
Εξέλειπαν αυτές οι αξίες. Και εξέλειπαν διότι απουσιάζουν οι ηγέτες -σε όλες της εκφάνσεις της εξουσίας, ιδία της πνευματικής- οι οποίοι με το παράδειγμά τους θα ανοίξουν τον δρόμο για να ακολουθήσουμε και οι υπόλοιποι. Εδώ είναι το πρόβλημά μας. Βαδίζουμε στον δρόμο που μας άνοιξαν και που είναι βατός και εύκολος. Μπροστά αυτοί, πίσω εμείς.
Εχθές στην Θεσσαλονίκη, εκτός από τις συνηθισμένες κλοπές, ληστείες κ.ά. με τα οποία δεν ασχολούμαστε πλέον γιατί αποτελούν την καθημερινότητά μας, είχαμε τις ανακρίσεις του κυκλώματος ναρκωτικών (με αστυνομικούς να ζητωκραυγάζουν τους κατηγορουμένους συναδέλφους τους, πριν αποφανθεί ακόμη η δικαιοσύνη για την αθωότητά τους), είχαμε ανακρίσεις για το κύκλωμα της τοκογλυφίας, είχαμε παραπομπή αντιπρύτανη στη δικαιοσύνη. Όλα αυτά σε μία συνήθη ημέρα.
Και ταυτόχρονα, έχουμε και αναρτημένο στο γραφείο μας τον Δείκτη Αντίληψης για τη Διαφθορά (Corruption Perceptions Index), ο οποίος κατατάσσει τα κράτη του κόσμου σύμφωνα «με το βαθμό στον οποίο η διαφθορά θεωρείται ότι υπάρχει μεταξύ των κρατικών αξιωματούχων και των πολιτικών» (η πολιτική διαφθορά ορίζεται ως «κατάχρηση δημοσίου αξιώματος προς ίδιον όφελος»).
Και όπου η Ελλάδα βρίσκεται σε απελπιστικά χαμηλή θέση, ισοβαθμώντας με την Κολομβία, το Ελ Σαλβαδόρ, το Μαρόκο, το Περού και την Ταϊλάνδη. Το δε BBC, αφού μας οικτίρει, χαρακτηρίζει τη φοροδιαφυγή ως το μεγαλύτερο πρόβλημα της χώρας. Η δε εφημερίδα του Βερολίνου Die Welt αναφέρεται στην υπόθεση που ανέκυψε στους κόλπους του Ε.Ο.Τ. (σημειώνοντας ενδεικτικά ότι ο Ε.Ο.Τ. είναι «ο εγγυητής της τελευταίας πηγής εσόδων της απελπισμένης ελληνικής οικονομίας»), και υπάρχει κι εκεί διαφθορά.
Ως επιμύθιο, θα αναφερθώ στον τίτλο ενός παλαιότερου τίτλου: «Πώς θα σωθούμε, αφού δεν θέλουμε;».
Ο Μακεδών/voria.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου