Τό ἐξημερωθέν θηρίον.
Εἰς τήν οἰκογένειαν πού συχνότατα ἐπήγαινε ὁ Παπποῦς, τόν χῶρο τους ἐντός τῆς αὐλῆς τόν εἶχε ἐνοικιάσει ἕνας τσαγγάρης κομμουνιστής, ἐκ τῶν σημαινόντων στελεχῶν. Τό μῖσος του πρός ὅλους, καί ἐξαιρετικῶς πρός τούς ἱερεῖς, δέν εἶχε ὅρια. Ἐκεῖ πού εἰργάζετο παραληροῦσε μονολογῶν, ἀπό ποῦ θ’ ἀρχίση μέ τήν παρέα του νά σφάζουν τούς παππάδες.
Καί ἔλεγε: « Πρῶτα – πρῶτα, θά σφάξουμε τούς παππάδες τῆς Ζωοδόχου Πηγῆς».
Καί ἔλεγε συνέχεια καί γιά τούς ἄλλους. Ὅπως σᾶς εἶπα αὐτός εἰργάζετο ἐντός τῆς αὐλῆς.
Ὁ Παπποῦς μέ τήν καλωσύνη του πῆγε κοντά του καί τοῦ λέγει: « Καλησπέρα, παιδί μου ».
Ἐκεῖνος, χωρίς νά σηκώση τό κεφάλι του ἀπό τήν δουλειά του, κάτι μουρμούρισε. Τό ἄλλο Σάββατο πῆγε πάλι ὁ Παπποῦς: « Καλησπέρα, Λοῦκα μου ».
Ἐκεῖνος τοῦ ἀπάντησε «καλησπέρα», καί πάλι χωρίς νά σηκώσει τό κεφάλι του.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου